- Φεβρωνία, Οσιομάρτυς *
- Ανάμνησις της δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου σωτηρίας της Κων/πόλεως *
- Διονύσιος κτίτωρ Μονής Τιμίου Προδρόμου, Όσιος *
- Γεώργιος ο εξ Ατταλείας, Νεομάρτυς *
- Δομέτιος, Όσιος *
- Επτά Αδελφοί Μάρτυρες: Ορέντιος, Φαρνάκιος, Έρωτας, Φίρμος, Φιρμίνος, Κυριάκος, και Λογγίνος *
- Λεωνίς, Λιβύη, Ευτροπία, Οσιομάρτυρες *
- Προκόπιος, Οσιομάρτυς *
- Σίμων, Όσιος *
Διονύσιος κτίτωρ Μονής Τιμίου Προδρόμου, Όσιος * - 25/6
2731 εμφανίσεις άρθρου
ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, ΚΤΙΤΩΡ ΜΟΝΗΣ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΕΝ ΑΘΩ, ΟΣΙΟΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Όσιος Διονύσιος γεννήθηκε στο χωριό Κορησσό της Καστοριάς, από γονείς ευσεβείς γεωργούς. Σε νεαρή ηλικία, πήγε στο Άγιο Όρος, κοντά στον αδελφό του Θεοδόσιο. Ο Διονύσιος, με δάσκαλο τον ίδιο του τον αδελφό, έμαθε να μελετά την Αγία Γραφή και γρήγορα διακρίθηκε για το ταπεινό του φρόνημα και για τον φιλάνθρωπο χαρακτήρα του.
Μετά λίγα χρόνια, επί αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού του Γ’ (1350 - 1390 μ.Χ.) ο Θεοδόσιος έγινε Μητροπολίτης στην Τραπεζούντα. Ο Διονύσιος, όταν το έμαθε χάρηκε πολύ, πρώτα από αδελφική αγάπη και δεύτερο διότι θα μπορούσε τώρα να πραγματοποιήσει πιο εύκολα ένα δικό του σχέδιο.
Μετά την χειροτονία του σε Πρεσβύτερο, ο Διονύσιος μετέφερε τον τόπο της ασκήσεώς του σ’ ένα απότομο βουνό του μικρού Άθωνος ή Αντιάθωνος, το ονομαζόμενο Παλαιός Πρόδρομος και Παναγία. Και λίγο πιο κάτω ήθελε να κτίσει Ναό και ευπρεπή Μονή. Πράγμα που τελικά, με τη χάρη του θεού, κατόρθωσε. Έτσι, το 1375 μ.Χ. ο Αλέξιος Γ’, με τη μεσιτεία του αδελφού του Μητροπολίτη Θεοδοσίου, ενέκρινε την ανέγερση της Μονής με το όνομα του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Έδωσε για το έργο αυτό ο αυτοκράτορας στον Διονύσιο, 50 σώμια (400.000 γρόσια) και μετά τρία χρόνια 1.000 Κομνηνάτα. Έτσι ο μοναχός Διονύσιος έκτισε τη Μονή Τιμίου Προδρόμου, γνωστή κατόπιν με αυτό το όνομα που της έδωσε ο κτίτοράς της.
Ο Διονύσιος κοιμήθηκε στην Τραπεζούντα, όπου είχε πάει για να ζητήσει και άλλο βοήθημα από τον αυτοκράτορα για την αγιογράφηση του ναού της Μονής.
Απολυτίκιον.
Ήχος γ’. Θείας Πίστεως.
Φως ουράνιον, εν σοι σκηνώσαν, λύχνον άσβεστον, τοις εν τω Άθω, Διονύσιε σαφώς σε ανέδειξε, συ γαρ Προδρόμου τον βίον μιμούμενος, Μονήν αυτώ ανεγείρεις περίβλεπτον. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω.
Ως του Προδρόμου μιμητήν βίου λαμπρότητι, και Μοναζόντων οδηγόν και τύπον άριστον, ανυμνούμεν σε οι δούλοι σου θεοφόρε. Εν τω Άθω γαρ βιώσας ως ασώματος, καταυγάζεις ταις σαις πράξεσεν εκάστοτε. Τους βοώντας σοι, χαίροις Πάτερ Διονύσιε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις των Οσίων ο μιμητής, και των εν τω Άθω, γνώμων θείος δι’ αρετής, χαίροις της Μονής σου, αντίληψις και σκέπη, ην φρούρει ουρανόθεν, ω Διονύσιε.