Μακρίνα, Οσία * - 19/7
ΑΓΙΑ ΜΑΚΡΙΝΑ, ΟΣΙΑ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Στην ιστορία του χριστιανισμού λίγες υπήρξαν οι γυναικείες μορφές σαν την υπέρλαμπρη μορφή της Αγίας Μακρίνας, που ο Θεός την είχε προικίσει με τα μεγαλύτερα πνευματικά και σωματικά χαρίσματα.
Ήταν η μεγαλύτερη αδελφή του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου Νύσσης.
Ανατράφηκε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου, από την ευσεβέστατη μητέρα της Εμμέλεια.
Όταν μεγάλωσε, αφοσιώθηκε στην αγαθοεργία και στην ανατροφή των αδελφών της, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα πνευματική τους πορεία.
Η Μακρινά ήταν μνηστευμένη, αλλά ο μνηστήρας της πέθανε.
Τότε, μαζί με τη μητέρα της, αποσύρθηκε σε γυναικεία Μονή στον Πόντο, κοντά στον ποταμό Ίρη. Εκεί κοντά μόναζε και ο αδελφός της Μέγας Βασίλειος.
Στη Μονή πέρασε τη ζωή της με τη μελέτη των Γραφών, την προσευχή, και προπάντων με αγαθοεργίες.
Διότι πάντα είχε στο μυαλό της το λόγο του Θεού, που προτρέπει στους ανθρώπους, «ἀγαθοεργείν, πλουτεὶν ἐν ἔργοις καλοίς, εὐμεταδότους εἶναι, κοινωνικούς, ἀποθησαυρίζοντας ἑαυτοὺς θεμέλιον καλὸν εἰς τὸ μέλλον, ἶνα ἐπιλάβωνται τῆς αἰωνίου ζωῆς». ( Α’ Τιμ. στ’, 18-19).
Δηλαδή, να αγαθοεργούν, να γίνονται πλούσιοι σε καλά έργα, να δίνουν πρόθυμα και σε άλλους τα αγαθά τους, να είναι απλοί και καταδεκτικοί, και έτσι να αποταμιεύουν για τον εαυτό τους στέρεο θεμέλιο στο μέλλον, για να αποκτήσουν την αιώνια ζωή.
Μ’ αυτόν τον τρόπο και η Αγία Μακρινά έζησε και τελείωσε τη ζωή της.
Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Σοφίας ἔρωτι, τὸν νοῦν πτερώσασα, κόσμου εὐπάθειαν, ἔμφρονως ἔλιπες, καὶ ἐνδιαίτημα τερπνὸν ἔγενου θείας ἀγάπης· σὺ γὰρ δι’ ἀσκήσεως, καὶ ἠθῶν τελειότητας, νύμφη ἔχρηματισας, τοῦ Σωτῆρος περίδοξος· ὦ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων χαίροις Μακρίνα θεοφόρε.
Κοντάκιον.
Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Ως φωτός ανάπλεως διακαιοσύνης, τύπος θείων πράξεων, και αρετών μυσταγωγός, ώφθης τοις πίστει βοώσι σοι· χαίροις Μακρίνα, παρθένων αγλάϊσμα.
Μεγαλυνάριον.
Ήνθησας εκ ρίζης περικλεούς, κλέος ευσεβείας, γεωργούσα από παιδός· βίω γαρ αμέμπτω, και τρόποις εναρέτοις, Μακρίνα διαπρέπεις, ως καλλιπάρθενος.